- καμπανίτης
- ο(λ. γαλλ.), η σαμπάνια.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
καμπανίτης — ο αφρώδης οίνος, που παραγόταν αρχικά στη γαλλική Καμπανία, σαμπάνια. [ΕΤΥΜΟΛ. < τοπωνύμιο Καμπανία (μεταφορά στην ελλ. τού γαλλ. τοπωνυμίου Champagne) + κατάλ. ίτης, πρβλ. ανατολίτης, ρητιν ίτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα… … Dictionary of Greek
-ίτης — (ΑΜ ίτης) κατάλ. μεγάλου αριθμού αρσ. ουσ. τής Ελληνικής, η οποία σχηματίστηκε από τη σύναψη τού επιθήματος της με το ληκτικό στοιχείο ι , θέματος ορισμένων λέξεων (πρβλ. πολ ίτης), απ όπου επεκτάθηκε, αργότερα, και σε άλλα θέματα (πρβλ. ζευγ… … Dictionary of Greek
αφρώδης — ( ους), ες (AM ἀφρώδης, ες) αυτός που έχει αφρούς, που είναι γεμάτος από αφρούς νεοελλ. «αφρώδης οίνος» ή «καμπανίτης οίνος» φυσικά αεριούχος οίνος, δηλ. εμπλουτισμένος με διοξείδιο του άνθρακα, το οποίο παράγεται κατά το τέλος της αλκοολικής… … Dictionary of Greek
καμπάνιος — ο 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Καμπανία τής Γαλλίας, είδος αφρώδους οίνου, ο καμπανίτης*. 2. γεωλ. «καμπάνιος βαθμίδα» μία από τις εννέα βαθμίδες τής νεοκρητιδικής διαπλάσεως. [ΕΤΥΜΟΛ. < τοπωνύμιο Καμπανία που είναι μεταφορά στην ελλ … Dictionary of Greek
σαμπάνια — η, Ν ονομαστό γαλλικό λευκό αφρώδες κρασί με αρχική προέλευση την Καμπανία τής Γαλλίας, ο καμπανίτης οίνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. champagne < Champagne, επαρχία τής βορειοανατολικής Γαλλίας, όπου παρασκευάστηκε για πρώτη φορά (< λατ.… … Dictionary of Greek
Καμπανία - Αρδένες — (Campagne Ardenne). Διοικητικό διαμέρισμα της βορειοανατολικής Γαλλίας (25.606 τ. χλμ., 1.342.363 κάτ. το 2000) με πρωτεύουσα το Σαλόν αν Σαμπάν (46.700 κάτ. το 2003· παλαιότερα ονομαζόταν Σαλόν σιρ Μαρν). Συνορεύει στα ΒΑ με το Βέλγιο, στα Α με… … Dictionary of Greek
σαμπάνια — η (λ. γαλλ.), είδος κρασιού, καμπανίτης οίνος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)